Ξανθίππη Γιαννοπούλου
Νιώθοντας ότι είναι "βάρος" για τους άλλους.
Μια μακροσκελής ανάρτηση η σημερινή, που όπως και η πρωταγωνίστρια της, μπορεί να φοβάται μην επιβαρύνει τον αναγνώστη, αλλά θα τολμήσει να μοιραστεί μια ενδιαφέρουσα συνάντηση. Όχι με την ιδιότητα του Ψυχολόγου. Μα του 'συν-οδού ', του 'συν-οδοιπόρου'.
Συνοδεύοντας αγαπημένο μου πρόσωπο, βρίσκομαι σε χώρο αναμονής νοσοκομείου και συναντώ την κ. Ε.. Μια περιποιημένη κυρία 61 ετών με μεταστατικό 10ετη καρκίνο, που η μάσκα δεν καταφέρνει να κρύψει την ομορφιά και την καλοσύνη του προσώπου της. Τα μάτια της γεμίζουν όταν αφηγείται τη ζωή της σε μια άγνωστη. Την εκπλήσσει που κάποιος την ακούει. Κάποιος μάλιστα που δεν θα ξαναδεί ποτέ, και που η παρουσία του στη ζωή της θα διαρκέσει μόνο λίγα λεπτά. Ζητά συγνώμη που 'καταχράστηκε' τον χρόνο μου και με επιβάρυνε. Στο χρόνο και τον χώρο που είχε στην ολιγόλεπτη σχέση μας ξεδιπλώνοντας τον βίο της, συνειδητοποιεί πως πάντα στη ζωή της ένιωθε ότι ήταν ένα βάρος για τους άλλους. Έτσι έκανε τα πάντα για να μην τους επιβαρύνει και να μην τους στενοχωρεί. Η κ. Ε. χρόνια τώρα κουβαλά ένα δικό της 'σταυρό' , με πόνους, φόβους, χημειοθεραπείες και νοσηλείες. Τον κρύβει από τη μητέρα της για να μην τη στενοχωρήσει. Τον ελαχιστοποιεί στα παιδιά και τον σύζυγο της, γιατί έχουν τα δικά τους. Και καταλήγει σε αυτόν τον χώρο αναμονής να είναι μόνη. Χωρίς συνοδό. Χωρίς συνοδοιπόρο. Μόνη και πιστή στη μοίρα που της επιτάσσει να κρατά τα δύσκολα για τον εαυτό της. Να μην τα μοιράζεται για να μην στενοχωρεί τους άλλους. Μια ζωή με καταπίεση των συναισθημάτων της, που της στερεί το δικαίωμα να υπάρξει και αυτή λίγο πιο 'ξαλαφρωμένη'. Η τυχαία αυτή συνεύρεση της δημιουργεί απογοήτευση για όσα ακούει να λέει για τον εαυτό της μα και μια μικρή αχτίδα ελπίδας. Έτσι κλείνει την ενδιαφέρουσα (και για τις δύο μας) συζήτηση με την αναρωτηση : "Σε αυτή την ηλικία που έφτασα, αξίζει να αλλάξω κάτι; Αξίζει να προσπαθήσω;"...
Την απάντηση θα την βρει μόνη της. Μα όχι εντελώς. Μια τυχαία συνάντηση με έναν άγνωστο που απλά μας ακούει μπορεί να οδηγήσει την απάντηση αυτή πιο κοντά σε αυτό που όλοι αξίζουμε. Σε μια Ευτυχία, που αξίζει να έρθει έστω κι αν την αναζητήσουμε την τελευταία ημέρα παρουσίας μας σε αυτή τη ζωή. Στα νοσοκομεία, εκεί όπου η ασθένεια φουντώνει τους φόβους, μας δίνεται η εξαιρετική ευκαιρία να αναρωτηθούμε πού χάσαμε το νόημα της ζωής μας και πού θα το ξαναβρούμε. Εκμεταλλευτείτε τους χώρους αναμονής. Αυτά τα ανιαρά και βαρετά δωμάτια μπορεί να δώσουν κάτι που δεν αναμένουμε. Θεραπεία είναι και το μοίρασμα με έναν άγνωστο, με ένα φίλο, με έναν συν-ασθενή, με τον σύντροφο, με την αδελφή, τη μητέρα μας. Και μέσα σε όλα αυτά, ίσως αξίζει να αναρωτηθούμε πως κι η κ. Ε. στερεί από τους ανθρώπους της την ευχαρίστηση να σταθούν δίπλα της, να τη βοηθήσουν, να νιώσουν ότι κάνουν κάτι για αυτήν. Η κ. Ε. δεν θα διαβάσει μάλλον ποτέ αυτή την ανάρτηση που είναι αφιερωμένη σε αυτήν και το 'μεγαλείο' της, μα χαίρομαι που από τη συν-πορευση μας σε ένα ολιγόλεπτο ταξίδι αυτογνωσίας, και οι δύο γνωρίσαμε κάτι νέο. (Το άρθρο γράφτηκε και αναρτήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τις ημέρες του Πάσχα του 2021)
